Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ-ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Γιατί γίνεται λοιπόν ένας πλειστηριασμός. Για να αποδοθούν τα χρήματα που χρωστάει κάποιος σε κάποιον άλλο. Μέχρι εδώ όλα καλά. Και θεμιτά με βάση το κοινωνικό- οικονομικό σύστημα στο οποίο ζούμε.
Πάμε σε μια άλλη πτυχή ενός πλειστηριασμού. Κάποιος χρωστάει μια δικαστική δαπάνη 2000 ευρώ. Γίνεται πλειστηριασμός ενός σπιτιού για τις 2000 του εκπροσώπου του νόμου, αυτού που ορκίστηκε να προστατεύει τον πολίτη από τις αυθαιρεσίες του νόμου.
Το σπίτι είναι υποθηκευμένο στην τράπεζα για 100.000 ευρώ. Αρχική τιμή πλειστηριασμού ακινήτου είναι 55.000 ευρώ. Τα χρήματα αυτά πηγαίνουν στην τράπεζα. Γιατί λοιπόν γίνεται ο πλειστηριασμός από τον εκπρόσωπο του νόμου; Και γιατί ο άλλος εκπρόσωπος του νόμου ,ο δικαστής- λέμε τώρα-βγάζει και επικροτεί τέτοιους τύπους συμπεριφοράς;
Τι στο καλό γίνεται; το εξής. Σαφώς και η όλη συμπεριφορά είναι εκβιαστική. Ποιος εκβιάζει λοιπόν. Ο εκπρόσωπος του νόμου τον έρμο τον πολίτη για να βάλει στην τσέπη λεφτά, για τα οποία υποτίθεται ότι θα μπορούσε να συζητήσει και να διακανονιστούν,ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ. Αλλά από την όλη ιστορία δεν κερδίζει μόνο ο εκπρόσωπος του νόμου. Και άλλοι εκπρόσωποι του νόμου κερδίζουν. Οπότε το ερώτημα παραμένει. Ποιος τελικά θα υποστηρίξει εκείνον τον έρμο τον πολίτη από τις αυθαιρεσίες του νόμου αυτή τη φορά: Ας μου δώσει κάποιος την απάντηση
Ελένη Πλευρά

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

Η ΚΟΚΚΙΝΟΣΚΟΥΦΙΤΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ!

Πώς θα ήταν κάθε ιστορία, αν τη βλέπαμε και από την πλευρά του άλλου; Και δεν εννοώ μόνο τα παραμύθια, αλλά γενικότερα τη ζωή.

Διαβάστε το επόμενο "διαφορετικό" παραμύθι:
Το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας από την πλευρά του λύκου.

Το δάσος ήταν το σπιτικό μου. Ζούσα εκεί και νοιαζόμουν γι' αυτό. Προσπαθούσα να το διατηρώ τακτικό και καθαρό. Κάποτε, μια ηλιόλουστη μέρα, ενώ προσπαθούσα να συμμαζέψω κάτι
σκουπίδια που είχε παρατήσει ένας κατασκηνωτής, άκουσα βήματα. Πήδηξα πίσω από ένα δέντρο και είδα ένα μικρό κορίτσι να έρχεται από ένα μονοπάτι, κρατώντας ένα καλάθι. Μου φάνηκε ύποπτη από την αρχή γιατί φορούσε αστεία ρούχα ολοκόκκινα, και το κεφάλι της ήταν καλυμμένο με μια κουκούλα σαν να μην ήθελε να την αναγνωρίσουν.

Φυσικά, την σταμάτησα για να ερευνήσω το ζήτημα. Την ρώτησα ποια ήταν, πού πήγαινε, από πού ερχόταν κλπ. Μου είπε μια ιστορία για κάποια γιαγιά, που πήγαινε να την επισκεφθεί και να της πάει φαγητό. Έδειχνε βασικά έντιμο άτομο, αλλά βρισκόταν στο δάσος μου και έδειχνε ύποπτη μ' αυτά τα ρούχα. Έτσι αποφάσισα να της δείξω πόσο σοβαρό ήταν να εισβάλλει έτσι, χωρίς ειδοποίηση, ντυμένη αστεία.

Την άφησα να συνεχίσει αλλά έτρεξα πριν από αυτήν στο σπίτι της γιαγιάς της. Όταν συνάντησα την συμπαθητική γριούλα, της εξήγησα το πρόβλημά μου και συμφώνησε ότι η εγγονή της χρειαζόταν ένα μάθημα. Η γριούλα συμφώνησε να κρυφτεί ώσπου να την φωνάξω. Έτσι, κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι. Όταν έφτασε το κορίτσι, την κάλεσα να μπει στην κρεβατοκάμαρα
όπου βρισκόμουν στο κρεβάτι ντυμένος σαν τη γιαγιά. Το κορίτσι ήλθε, με τα κόκκινα μαγουλά της, και είπε κάτι άσχημο για τα μεγάλα μου αυτιά.

Με είχαν προσβάλει κι άλλοτε και έτσι προσπάθησα να πω κάτι θετικό. Είπα ότι, ίσως, τα μεγάλα μου αυτιά, μου επέτρεπαν να την ακούω καλύτερα. Δηλαδή έδειχνα ότι την συμπαθούσα και ήθελα να προσέχω αυτά που λέει. Αλλά έκανε άλλο ένα καλαμπούρι για τα γουρλωτά μου μάτια. Τώρα καταλαβαίνετε πώς άρχισα να αισθάνομαι γι' αυτό το κορίτσι, που έβαζε ένα ευγενικό προσωπείο, αλλά ήταν τόσο κακοήθης. Παρ' όλα αυτά, έχω την τακτική να γυρίζω και το άλλο μάγουλο, και της είπα ότι τα γουρλωτά μου μάτια με βοηθούν να την βλέπω καλλίτερα.

Η επόμενη προσβολή στ'αλήθεια με νευρίασε. Έχω κάποιο σύμπλεγμα για τα μεγάλα μου δόντια κι αυτό το κορίτσι έκανε μία προσβλητική παρατήρηση. Ξέρω ότι θα έπρεπε να μην χάσω την ψυχραιμία μου, αλλά πήδηξα από το κρεβάτι και της φώναξα πως τα μεγάλα μου δόντια ήταν χρήσιμα για να την φάω καλύίτερα. Τώρα ας είμαστε ειλικρινείς, κανείς λύκος δεν θα έτρωγε ποτέ ένα
κορίτσι, όλοι το ξέρουν αυτό, αλλά αυτό το τρελλοκόριτσο άρχισε να τρέχει γύρω-γύρω ουρλιάζοντας κι εγώ προσπαθούσα να την φτάσω για να την ηρεμήσω. Έβγαλα και τα ρούχα της γιαγιάς, αλλά αυτό φάνηκε να χειροτερεύει τα πράγματα.

Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε με δυνατό κρότο και ένας μεγαλόσωμος τύπος στεκόταν εκεί με το τσεκούρι του. Τον κοίταξα και κατάλαβα ότι είχα βρει τον μπελά μου. Υπήρχε ένα ανοιχτό παράθυρο
πίσω μου και την κοπάνησα.

Θα ήθελα να μπορούσα να πω πως εδώ τελειώνει η ιστορία. Όμως, αυτή η γριούλα γιαγιά ποτέ δεν είπε την δική μου πλευρά της κατάστασης. Σύντομα κυκλοφόρησε η φήμη ότι ήμουν κακός και μοχθηρός. Όλοι άρχισαν να με αποφεύγουν. Δεν ξέρω τι έγινε το κοριτσάκι με τα αστεία κόκκινα ρούχα, όμως, εγώ δεν έζησα από τότε καλά. Έτσι αποφάσισα να σας γράψω την ιστορία μου.

Με εκτίμηση

Ο λύκος